Μελέτη ενεργειακής απόδοσης είναι η μελέτη που αναλύει και αξιολογεί την ενεργειακή απόδοση ενός κτιρίου. Σύμφωνα με τον Κανονισμό Ενεργειακής Απόδοσης Κτιρίων (ΚΕΝΑΚ), από την 1η Οκτωβρίου 2010, για την έκδοση οικοδομικής άδειας κάθε κτιρίου, νέου ή ριζικά ανακαινιζόμενου με συνολική επιφάνεια άνω των 50 m², απαιτείται εκπόνηση και υποβολή Μελέτης Ενεργειακής Απόδοσης στην αρμόδια Πολεοδομική Υπηρεσία. Αποτελεί πρόσθετη μελέτη απαραίτητη για την έκδοση οικοδομικής άδειας και αντικαθιστά τη μελέτη θερμομόνωσης, όπως ίσχυε μέχρι την εφαρμογή του νέου κανονισμού.
Σύμφωνα με τη νέα νομοθεσία (ΚΥΑ Δ6/Β/οικ. 5825, ΦΕΚ 407/9-4-2010) κάθε κτίριο πρέπει να πληροί ορισμένες ελάχιστες απαιτήσεις ενεργειακήςαπόδοσης. Αυτό επιτυγχάνεται με την τήρηση ελαχίστων προδιαγραφών, σύμφωνα με τη νομοθεσία, ως προς τον σχεδιασμό του κτιρίου, τα θερμοτεχνικά χαρακτηριστικά των στοιχείων του κελύφους και τα τεχνικά χαρακτηριστικά των ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεων (θέρμανση, ψύξη, κλιματισμός, αερισμός, φωτισμός, ζεστό νερό χρήσης). Τα στοιχεία σχεδιασμού εισάγονται σε ειδικό λογισμικό ενεργειακής ανάλυσης και υπολογίζεται η τελική κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας και το κτίριο αφού συγκριθεί με ένα κτίριο αναφοράς με όμοια γεωμετρικά χαρακτηριστικά, κατατάσσεται σε μια ενεργειακή κατηγορία, η οποία θα επιβεβαιωθεί με την ενεργειακή επιθεώρηση.
Μόλις ολοκληρωθεί η κατασκευή νέου κτιρίου ή η ριζική ανακαίνιση υφιστάμενου κτιρίου, ο ιδιοκτήτης υποχρεούται να ζητήσει την έκδοση πιστοποιητικού ενεργειακής απόδοσης. Κατά την πώληση ή τη μίσθωση κτιρίων διατίθεται από τον ιδιοκτήτη στον αγοραστή ή τον μισθωτή αυτών πιστοποιητικό ενεργειακής απόδοσης. Το πιστοποιητικό ενεργειακής απόδοσης κτιρίου εκδίδεται από τους ενεργειακούς επιθεωρητές, και ισχύει, κατά ανώτατο όριο, για δέκα (10) έτη. Εάν στο κτίριο γίνει ριζική ανακαίνιση ή προσθήκη σε έκταση που επηρεάζει την ενεργειακή απόδοσή του, η ισχύς του πιστοποιητικού ενεργειακής απόδοσης κτιρίου λήγει κατά το χρόνο ολοκλήρωσης της ανακαίνισης ή της προσθήκης.